Ανάμεσα στους στόχους της μείωσης των δικαιούχων ξεχωρίζουν δύο κατηγορίες.

Η πρώτη περιλαμβάνει αυτούς που ήδη παίρνουν σύνταξη από μία δημόσια υπηρεσία αλλά παράλληλα εξακολουθούν να δουλεύουν σε άλλη δημόσια υπηρεσία και ενδεχομένως κατοχυρώνουν και δεύτερη σύνταξη.

Συνολικά σε αυτήν ανήκουν 2.129 πρώην υπάλληλοι της Πολιτείας από νοσοκόμες έως αστυνομικοί.

Η δεύτερη κατηγορία αφορά πρώην εκλεγμένους δημόσιους αξιωματούχους, που έχουν εκπέσει του αξιώματος τους, αλλά παίρνουν σύνταξη.

Σύμφωνα με την «Ένωση Πολιτών», μία ανεξάρτητη από τα κόμματα οργάνωση, τα τελευταία έξι χρόνια 13 βουλευτές έχουν χάσει την έδρα τους εξαιτίας ποινικών και δεοντολογικών παραβάσεων ενώ την αντίστοιχη προηγούμενη περίοδο μόνο τέσσερις.

«Πιστεύουμε ότι όσοι έχουν καταδικαστεί για ένα σοβαρό αδίκημα, ίσως δεν πρέπει να παίρνουν πλήρη σύνταξη από χρήματα που καταβάλλουν οι φορολογούμενοι», δήλωσε ο εκτελεστικός διευθυντής της Ένωσης, Ντικ Ντέιντι.

Στους «13» συγκαταλέγεται ο Δημοκρατικός, πρώην Οικονομικός Ελεγκτής της Πόλης και της Πολιτείας, Άλαν Χέβεζι, ο οποίος παραιτήθηκε το 2006, αποδεχόμενος την κατηγορία της εξαπάτησης των αρχών. Μετά από την ομολογία του, η έρευνα για διαφθορά διευρύνθηκε πέρυσι ομολόγησε άλλο ένα κακούργημα.

Όμως σύμφωνα με την υπηρεσία της οποίας προΐστατο, σήμερα και παρά τις καταδίκες, λαμβάνει 8.786 δολάρια το μήνα, δηλαδή 105.432 δολάρια τον χρόνο ως σύνταξη.

Στην ίδια κατηγορία ανήκει ο πρώην αρχηγός της μειοψηφίας των Ρεπουμπλικάνων στη Γερουσία, Τζόζεφ Μπρούνο, ένας εκατομμυριούχος εκτροφέας αλόγων ο οποίος έχει καταδικαστεί για διαφθορά.

Ο Μπρούνο, ο οποίος έχει κάνει έφεση κατά της καταδίκης του, αποσύρθηκε το 2008 και η μηνιαία του σύνταξη που λαμβάνει, ανέρχεται σε 8.007 δολάρια, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία.

Συνταξιούχος είναι και ο πρώην επιθεωρητής της Αστυνομίας της Νέας Υόρκης, Μπέρναρντ Κέρικ, ο οποίος τώρα εκτίει ποινή φυλάκισης επειδή δεν είχε καταγράψει τα δάνεια που είχε πάρει από κάποιον εργολάβο. Ο Κέρικ λαμβάνει 4.441 δολάρια το μήνα, προ φόρων, όπως είπε αξιωματούχος της πόλης.

Οι διπλές αμοιβές προκαλούν κριτική από τους οικονομικούς ελεγκτές, που σημειώνουν ότι η λήψη μισθού και σύνταξης είναι σπάνια στον ιδιωτικό τομέα και υποστηρίζουν ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι πρέπει να δουλεύουν μέχρι τα 65 πριν συνταξιοδοτηθούν και όχι τα 55, όπως τώρα.

«Πολλοί νεοϋορκέζοι θα ήθελαν να έχουν την ευκαιρία να παίρνουν σύνταξη ως δημόσιοι υπάλληλοι και μετά να έχουν και κάποιο άλλο εισόδημα από την πολιτεία, αλλά τέτοια ευκαιρία δεν έχουν», λέει ο Ντέιντι.

Πηγή...